Παρασκευή 26 Απριλίου 2013


Έθιμα και άσματα του Λαζάρου


Αγία Βαρβάρα -Στεφάνη  Πρέβεζας   



          Η Ανάσταση του Λαζάρου, το κοσμοϊστορικό  και ανεπανάληπτο γεγονός σε όλη την διαδρομή της ανθρωπότητας, δεύτερο σε σημασία και αξία μετά την Ανάσταση του Χριστού, δεν άφησε φυσικά ασυγκίνητες τις χριστιανικές ψυχές, που το υποδέχονται με δέος και κατάνυξη. Στις μέρες μας, όπου τα πάντα έχει σαρώσει το πνεύμα της αλλοτρίωσης και της εκκαθάρισης της μνήμης, τα έθιμα και οι παραδόσεις δεν ξέφυγαν από αυτή τη σάρωση και την εξαφάνιση. Έτσι στους νέους υπάρχει η συγγνωστή άγνοια ενώ στους μεγάλους η ένοχη λήθη. Όπως και να έχει το πράγμα, τα όμορφα έθιμά μας έπεσαν θύμα της καταστροφικής μανίας πάνω σε ότι έχει σχέση με το παρελθόν και τις αξίες του.

          Τυχεροί είναι όσοι δεν άφησαν αυτόν τον οδοστρωτήρα να περάσει και από την δική τους μνήμη αλλά αντιστάθηκαν σθεναρά στον πειρασμό. Μπορώ να υπερηφανευτώ, ότι είμαι και εγώ ένας από αυτούς τους τυχερούς που κατόρθωσαν να κρατήσουν μέσα τους, σαν ανεκτίμητο θησαυρό, τα υπολείμματα της τεράστιας πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Ένα ελάχιστο κομμάτι από αυτόν τον πλούτο είναι τα έθιμα και τα άσματα του Λαζάρου μιας και έχουμε μπει στην μεγάλη Σαρακοστή και οι μνήμες ξυπνούν νοσταλγικά για να ζωντανέψουν τις στιγμές της κατάνυξης και της συγκίνησης. 

          Έχοντας στα χέρια μου ένα μικρό θησαυρό, 12 άσματα που τραγουδούσανε την παραμονή και ανήμερα του Λαζάρου στην Στεφάνη της Πρέβεζας, θα ήθελα να προσπαθήσω, μέσα από αυτά τα τραγούδια να μεταφέρω το κλίμα εκείνης της εποχής, δηλαδή  της δεκαετίας του ’60. Από εκεί και ύστερα τα έθιμα άρχιζαν να ξεθωριάζουν, αφού χάνονταν με τα χρόνια οι στυλοβάτες και οι τροφοδότες τους, οι νέοι που θα έπρεπε να τα αναπαραστήσουν.
Δεν αναφέρομαι τυχαία στο χωριό μου, δηλαδή την Στεφάνη της Πρέβεζας αλλά γιατί ξεχώριζε και πρωτοστατούσε στο ζωντάνεμα αυτών των εθίμων και κρατούσε μια ποικιλία ασμάτων, ανάλογα με την περίσταση.

          Τα άσματα που τραγουδούσαμε την παραμονή του Λαζάρου βγαίνοντας στα σπίτια, δεν αναφέρονταν αποκλειστικά στο γεγονός αλλά περιστρέφονταν σε άλλα θέματα κρατώντας πάντα το χρώμα και το ύφος της ημέρας. Τα τραγούδια αυτά δεν μας τα μάθαιναν στο σχολείο ούτε στο σπίτι αλλά υπήρχε μία μεγάλη ιεροτελεστία, που επαναλαμβάνονταν απαρέγκλιτα κάθε χρόνο.
          Με το τέλος της ακολουθίας των πρώτων Χαιρετισμών, τα μεγάλα παιδιά του χωριού ξεχύνονταν στις καθορισμένες γωνιές του βουνού για να ανάψουν μεγάλη φωτιά. Οι εστίες ήταν δύο ή το πολύ τρεις και γύρω από αυτές μαζεύονταν οι παρέες των αγοριών με προεξάρχοντες τους τσοπάνηδες, που ήταν οι βασικοί γνώστες και θεματοφύλακες των τραγουδιών. Εκείνοι ήξεραν, περισσότερα από όλους να πλέκουν τα καλαθάκια για το Λάζαρο, που ήταν φτιαγμένα από λυγιά (λυγαριά) ή καλάμι, ή και από τα δύο μαζί.

          Όλο το χωριό αντηχούσε από τα τραγούδια και καμάρωνε για τα παιδιά, που είχαν τόσο ζήλο και μεράκι να μάθουν όλα τα τραγούδια για να τα πουν εκείνες, τις επίσημες μέρες μπροστά στις νοικοκυράδες που ασβέστωναν, έπλεναν τα ρούχα και τα σκεπάσματα ή έκαναν άλλες δουλειές προετοιμάζοντας το σπίτι να υποδεχτεί την μεγάλη μέρα της Λαμπρής, τον Αναστημένο Χριστό.
          Ο δάσκαλος του χωριού εκείνη την εποχή είχε βάλει μεγάλη τάξη ώστε να τηρείται η σοβαρότητα και η θρησκευτική ευλάβεια τις ώρες που τα παιδιά θα έβγαιναν στον Λάζαρο. Έτσι, ανήμερα της γιορτής θα έβγαιναν μόνο δύο παρέες, μία για κάθε μαχαλά, την παραμονή όμως υπήρχε διαφορετική τάξη. Από το πρωί ως το μεσημέρι θα έβγαιναν τα μικρά παιδιά και το απόγευμα, μέχρι το βράδυ τα μεγάλα. Τα μικρά παιδιά ήξεραν, το πολύ δύο ή τρία τραγούδια, τα οποία και επαναλάμβαναν σε κάθε σπίτι. Ένα από αυτά τα τραγούδια ήταν το “Ένα μικρό μικρούτσικο”, που τραγουδιόνταν συνήθως σε νοικοκυρές που είχαν μικρά παιδιά. 

          Πραγματικά δεν είναι εύκολο να μεταφέρω το κλίμα και την συγκίνηση που γέμιζε τις ψυχές όλων το απόγευμα όταν έβγαιναν τα μεγάλα παιδιά που τραγουδούσαν τον “Αϊ Γιώργη” ή το “Σήμερα μαύρος ουρανός”. Το άσμα αυτό που αναφέρεται στην σταύρωση του Χριστού, το τραγουδούσαν παλιότερα ανήμερα την Μεγάλη Παρασκευή.  Όμως στα χρόνια τα δικά μας επικράτησε να λέγεται την παραμονή του Λαζάρου, μαζί με τα άλλα άσματα.
          Όπως αναφέραμε και πιο πάνω, τα περισσότερα τραγούδια είχαν για θέμα τους γεγονότα από την καθημερινή ζωή και αναφέρονταν σε πρόσωπα. Όταν για παράδειγμα η οικογένεια είχε ξενιτεμένο, πράγμα πολύ συνηθισμένο για τα χρόνια εκείνα τα παιδιά θα έλεγαν το τραγούδι “Ξενιτεμένο μου πουλί”. Όταν υπήρχε στο σπίτι νέος, της παντρειάς, θα έλεγαν “Παλικαρίτσι έμορφο”, εάν υπήρχε κόρη, “Εδώ είναι θύγα έμορφη”. Όταν πήγαιναν στο σπίτι του Παπά του χωριού θα έλεγαν το τραγούδι “Βαριά κοιμάσαι Δέσποτα”. Όμως το πιο αγαπημένο για όλους ήταν ο “Αϊ Γιώργης” μεγάλο τραγούδι και συγκινητικότατο.

          Ζώντας όλοι μέσα στο πνεύμα της κατάνυξης και της συγκίνησης, είχαν απαίτηση τα τραγούδια να λέγονται σωστά, χωρίς κανένα λάθος και προπαντός με την δέουσα σοβαρότητα. Αυτό το ήξεραν καλά τα παιδιά και καθημερινά μοχθούσαν πάνω στο βουνό να μάθουν σωστά, όχι μόνο τα λόγια αλλά και να μυηθούν στο ύφος και την κατάνυξη. Τα άσματα ψάλωνταν πάνω στο ίδιο μοτίβο και έτσι δεν υπήρχε περίπτωση να χάσει κανείς το ρυθμό.
          Το άναμμα της φωτιάς, ήταν και αυτό μια ξεχωριστή ιεροτελεστία και μια προσπάθεια δύσκολη, καθώς τα πάντα ήταν βρεγμένα από τις αδιάκοπες βροχές, που εξακολουθούσαν στα μέρη μας και μέσα στην άνοιξη. Και επειδή πάνω στο βουνό έκανε κρύο και ταυτόχρονα έπεφτε το σκοτάδι τα βράδια, η φωτιά ήταν το μέσο που εξυπηρετούσε και πρακτικές ανάγκες, πέρα από ότι ήταν μια ποιμενική συνήθεια. 

          Ας δούμε τώρα με συντομία τι γίνονταν ανήμερα της γιορτής της Ανάστασης του Λαζάρου. Όπως είχε ορίσει ο δάσκαλος του χωριού, ο αείμνηστος Σπύρος Ντούσιας, την ημέρα αυτή θα έβγαιναν μόνο δύο παρέες και μάλιστα μέσα σε περιορισμένα τοπικά όρια, όπως αναφέραμε. Για το σχηματισμό της παρέας θα έπρεπε να συμμετέχουν τουλάχιστον τρία παιδιά. Ο ένας από αυτούς, ο πιο ψηλός θα παράσταινε τον Αναστημένο Λάζαρο, σαβανωμένο όπως βγήκε από τον τάφο. Ένα παιδί θα κρατούσε το στολισμένο καλάθι, όπου μέσα σε αυτό οι νοικοκυρές τοποθετούσαν προσεκτικά ένα αυγό, που ήταν η αμοιβή για τον κόπο ή ακόμη ένα νόμισμα, δραχμή ή δίφραγκο. Το ίδιο έκαναν οι νοικοκυρές και στα μεγάλα παιδιά που έβγαιναν την παραμονή. Στα μικρά έδιναν αμύγδαλα, σταφίδες, καραμέλες, ξερά σύκα ή καμία δεκάρα. Ένα παιδί θα κρατούσε την κουδούνα που την έβγαζαν από τις αγελάδες και την χτυπούσε κάθε φορά που η παρέα έμπαινε στην αυλή του σπιτιού ή πάνω στις πόρτες για να ανοίξουν. Ένα άλλο θα είχε στο χέρι του τον κύπρο αν υπήρχε τέταρτος της παρέας, ένα μικρό κουδουνάκι που χτυπούσε ρυθμικά την ώρα του τραγουδιού.

          Εκείνη την μέρα ψαλλόνταν μόνο ο Λάζαρος δηλαδή το άσμα που αναφέρονταν στην Ανάσταση του Λαζάρου, όπου η συντροφιά των παιδιών θα υπέβαλε τραγουδιστά στον Λάζαρο την ερώτηση “Πες μας Λάζαρε τι είδες εις στον Άδη όπου πήγες”. Και ο Λάζαρος απαντούσε “Είδα φόβους είδα τρόμους είδα βάσανα και πόνους..”.
          Ένα επίσης αγαπημένο τραγούδι, ήταν: “Τα Βάγια”. Το τραγούδι αυτό αναφέρεται στην Ανάσταση του Λαζάρου, πλην όμως δεν τραγουδιόνταν ανήμερα αλλά το βράδυ της παραμονής, όπως άλλωστε αναφέρει και το ξεκίνημα του: “Καλησπέρα σας, καλή βραδιά σας, καλώς ήλθαμε στην αφεντειά σας”. Πολύ λίγοι ήξεραν τα λόγια του και τυχεροί ήταν εκείνοι που μπορούσαν να το μάθουν ολόκληρο, γιατί πάνω στο βουνό, εκεί στις πρόβες που έκανα τα παιδιά, δεν το έλεγαν, παρά μόνο το τραγουδούσαν οι μανάδες στα σπίτια, την ώρα που έκαναν τις δουλειές ή ύφαιναν στον αργαλειό. Μια από τις βασικές δουλειές των ημερών εκείνων για τις νοικοκυρές ήταν να αλείψουν το σπίτι, να πάρουν δηλαδή χώμα από τις όχθες του ποταμιού, να το κάνουν πηλό και βάζοντάς το σε μία τσίγκινη λεκάνη να αλείψουν με αυτό το δάπεδο του σπιτιού για καθαριότητα και απολύμανση, σαν συμπλήρωμα μετά το ασβέστωμα.

          Όταν ο αείμνηστος Σπύρος Ντούσιας έπαψε να είναι ο δάσκαλος του χωριού, τότε έπαψε να τηρείται και η τάξη στα έθιμα, σε σχέση με τα κάλαντα των Χριστουγέννων και το Λάζαρο. Τα παιδιά έβγαιναν όπως ήθελαν, ενώ η φωτιά πάνω στο βουνό έγινε παιχνίδι, που έφτασε σε ακρότητες, με αποτέλεσμα να απαγορευτεί. Έτσι σταμάτησαν και τα τραγούδια, ενώ τα παιδιά του σχολείου πήγαιναν στα σπίτια βουβά πια, αφού τραγούδια δεν μάθαιναν. Σήμερα δεν βγαίνει ο Λάζαρος στο χωριό, μονάχα την παραμονή κάποια παιδιά εξακολουθούν να τηρούν το έθιμο βγαίνοντας στα σπίτια. 

          Θέλοντας να κρατήσω ζωντανή αυτή την παράδοση, αποφάσισα κάποια στιγμή να καταγράψω τα άσματα του Λαζάρου και τα έθιμα σε μια μικρή συλλογή, η οποία είναι στην διάθεση οποιουδήποτε θελήσει να δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πρέπει να δηλώσω ότι, με ιδιαίτερη συγκίνηση και χαρά δέχτηκα να συντάξω αυτό το άρθρο προσπαθώντας να είναι, όσο το δυνατό πιο σύντομο. Δεν ξέρω όμως αν κατόρθωσα να μεταφέρω, έστω και ένα μικρό δείγμα από το κλίμα και τη συγκίνηση των ημερών της εποχής εκείνης.

 ΒΑΣΙΛΗΣ Λ. ΚΡΙΤΣΙΜΑΣ,  ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΔΙΔ. ΝΟΜΙΚΗΣ - ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΛΟΓΟΣ
 ΦΩΤ:  ΒΑΣΙΛΗΣ Λ. ΚΡΙΤΣΙΜΑΣ  και  http://www.panoramio.com








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου